Σάββατο, 9 Μαρτίου, 2024

Επιτακτική η ενίσχυση της Ελλάδας με οπλικά συστήματα, πυρομαχικά και στρατιώτες

Κοινοποίηση



*Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη

Η συνεχιζόμενη και εντεινόμενη προκλητική και αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας σε όλο το χώρο της Νοτιανατολικής Μεσογείου, με ιδιαίτερη στόχευση στα ελλαδικά συμφέροντα, έχει κάνει επιτακτική την ενίσχυση της ελληνικής αποτρεπτικής ικανότητας που βασίζεται στην ισχύ των ενόπλων δυνάμεων. Αρκετοί αναλυτές και προσωπικότητες διαφόρων πολιτικών χώρων που μέχρι χθες είχαν αμφιβολίες για την σκοπιμότητα εμπλοκής σε ένα ανταγωνισμό εξοπλισμό, εμφανίζονται πλέον προβληματισμένοι με τις εξελίξεις και την άνευ ορίων αναθεωρητική συμπεριφορά της Άγκυρας.

Ενώ διαφαίνεται μια ευρεία συνειδητοποίηση της εν εξέλιξη διατάραξης ή ανατροπής (σύμφωνα με απαισιόδοξους αναλυτές) της ισορροπίας ισχύος Ελλάδος-Τουρκίας, δεν συμβαίνει το ίδιο και με την υιοθέτηση του βέλτιστου τρόπου αντίδρασης μας. Η παρούσα κυβέρνηση -αλλά και η προηγούμενη- δικαιολογημένα μέχρι ενός σημείου, φοβούνται τυχόν εκτροχιασμό των δημοσιοοικονομικών στοιχείων εξαιτίας της αύξησης των αμυντικών δαπανών. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε και την ύπαρξη προσώπων και ομάδων, σε διάφορους πολιτικούς χώρους, που θεωρούν ως δημοσιονομικά επικίνδυνη αλλά και παντελώς άχρηστη, οποιαδήποτε προσπάθεια αμυντικής ενίσχυσης αποκλείοντας την πιθανότητα (αμοιβαίας) καταφυγής σε μια θερμή σύγκρουση. Εκτιμώ ότι οι υποστηρικτές της παραπάνω -επικίνδυνης-άποψης δεν αντιπροσωπεύουν την κυριαρχούσα τάση στις κυβερνώσες σήμερα ελίτ. Αναμφίβολα οι δημοσιονομικές αντοχές προβληματίζουν την κυβέρνηση αλλά ο μεγαλύτερος προβληματισμός στο χώρο της άμυνας, προέρχεται από την ανησυχία της εξεύρεσης άμεσης θεραπείας-κάλυψης των κενών που σταδιακά συσσωρεύτηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Ενώ λοιπόν είναι εφικτή η προμήθεια ορισμένων βασικών οπλικών συστημάτων, αφού εξασφαλιστούν οι αναγκαίες προδιαγραφές, εξευρεθούν οι αναγκαίες πιστώσεις και υπογραφούν οι πλέον συμφέρουσες (για εμάς) συμβάσεις, οι χρόνοι παράδοσης των υλικών «χάνονται» σε βάθος τετραετίας και άνω. Επιπλέον, το ορθό αίτημα της εγχώριας παραγωγής ή της ευρείας συμπαραγωγής, σε συνδυασμό με την προμήθεια λίγων σχετικά μονάδων, εκτινάσσει κόστος και χρόνους παράδοσης των συστημάτων.  Τα Γενικά Επιτελεία, ορθώς αναζητούν τις επονομαζόμενες «ενδιάμεσες» λύσεις, δηλαδή την άμεση απόκτηση μεταχειρισμένων ή επί δανεισμώ συστημάτων που προσωρινά θα καλύψουν τις αμυντικές μας ανάγκες. Οι λύσεις αυτές, εμπεριέχουν ποικίλα κόστη ενώ συχνά τα διαθέσιμα στην αγορά συστήματα δεν καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες μας.

Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή ενός βασικού οπλικού συστήματος (πχ κύριες μονάδες επιφανείας, νέο μαχητικό αεροσκάφος) θα πρέπει να καλύπτει σειρά βασικών προϋποθέσεων. Απαραίτητα θα πρέπει να εξασφαλίζει τις επιχειρησιακές απαιτήσεις μας και τη συνέργια με άλλα οπλικά συστήματα αλλά και να εξασφαλίζεται η υποστήριξη του σε βάθος χρόνου. Το κόστος απόκτησης αλλά και λειτουργίας πρέπει να είναι αποδεκτά, συμπεριλαμβανομένων και των δαπανών υλοποίησης των βασικών εκσυγχρονισμών που όλα τα συστήματα απαιτούν σε βάθος χρόνου. Σε τελική ανάλυση, η συνάρτηση, μαχητικές ικανότητες, υποστήριξη, εμπλοκή σε προγράμματα συμπαραγωγής και αριθμοί απόκτησης πρέπει να είναι μακροχρόνια συμβατή και με θετικό πρόσημο, με τις διαθέσιμες πιστώσεις. Φυσικά δεν πρέπει να παραλείπουμε και τον παράγοντα διεθνή «υποστήριξη» (με έμπρακτες δεσμεύσεις) εκ μέρους του προμηθευτή, που υπό κατάλληλες προϋποθέσεις, αποτελεί πολλαπλασιαστή της αποτροπής μας.

Παραπλήσιες κινήσεις μακροχρόνιας ενίσχυσης των ενόπλων δυνάμεων απαιτούν και μια ανάλογη δέσμευση ύπαρξης ενός αμυντικού προϋπολογισμού (αρμονικά κατανεμημένου σε μισθοδοσία, προμήθειες, λειτουργικά έξοδα), σε βάθος δεκαετίας, που θα πλησιάσει το -πραγματικά υψηλότατο- 3% του ΑΕΠ μας. Δυστυχώς δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούμε -ακόμη και σήμερα- να επιτύχουμε μια ανάλογη διακομματική προσέγγιση. Επιπλέον, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οποιαδήποτε αγορά αμυντικού υλικού επιλεγεί θα συγκεντρώσει τα πυρά της εκάστοτε αντιπολίτευσης ως ασύμφορης και μη καλύπτουσας τις αμυντικές μας ανάγκες. Φοβάμαι ότι η σύμπλευση θα επιτευχθεί μόνο εκ των υστέρων και κατόπιν ατυχών γεγονότων (όπως συνέβει και στο παρελθόν) και αυτό σίγουρα δεν αποτελεί την βέλτιστη εξέλιξη.

Περισσότερο όμως αναγκαία είναι σήμερα η άμεση ενίσχυση της διαθεσιμότητας οπλικών συστημάτων του ήδη υπάρχοντος οπλοστασίου μας σε συνδυασμό με προμήθεια πυρομαχικών που απαιτούνται για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Συχνά διαφεύγει της προσοχής μας ότι τα σύγχρονα (και πανάκριβα) πυρομαχικά έχουν «ημερομηνίες λήξεως». Οι κατεπείγουσες αυτές αγορές είναι σίγουρα εντός των διαθεσίμων οικονομικών δυνατοτήτων μας με μια λογική μείωση της διάθεσης των «υπερπλεονασμάτων». Αν μάλιστα υπάρξει η απαιτούμενη «κατανόηση» εκ μέρους των στρατηγικών μας εταίρων, οι χρόνοι παράδοσης των πυρομαχικών-ανταλλακτικών μπορεί να συντομευθούν. Εδώ επεισέρχεται και η απαίτηση άμεσης τροποποίησης της πλήρως δυσλειτουργικής διαδικασίας αμυντικών προμηθειών, προϊόν μιας προσπάθειας εξοβελισμού των «μιζών» στο χώρο της άμυνας.

Απαραίτητη είναι και η αύξηση της επάνδρωσης των μονάδων, απαίτηση που προβάλει επί σειρά ετών ειδικά το ΓΕΣ, με μια σειρά προτεινόμενων μέτρων, χαμηλού οικονομικού κόστους, που επισείουν όμως έναν υπερβολικό φόβο πολιτικού κόστους. Κάποτε όμως θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία ότι η υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων ενέχει ένα κόστος που πρέπει να αποδεχθούμε και να αναλάβουμε -ειδικά σήμερα έναντι των κρισίμων περιστάσεων- άλλως είναι καλύτερα από τώρα να αποδεχθούμε έναν ακόμη «έντιμο» συμβιβασμό.

Πηγή: ethnos.gr

*Ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Αντιστράτηγος εν αποστρατεία και πτυχιούχος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Παντείου Πανεπιστημίου. Κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Υποψήφιος Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, συνεργάτης ΙΔΙΣ.

ΤΑ ΝΕΑ του xanthinea.gr στο Google News ΤΑ ΝΕΑ του xanthinea.gr στο Google News

Διαβάστε Επίσης

Σχετικά αρθρα